-
1 μέχρι
μέχρι, vor Vokalen u, bei Dichtern, um Position zu machen, μέχρις, gew. als Präposition c. gen. bi s. bis zu einem gewissen Ziele hin; – a) vom Orte; μέχρι ϑαλάσσης, Il. 13, 143; μέχρι τοῠ γούνατος, Her. 2, 80; τοὺς μέχρι Ἡρακλείων στηλῶν, Plat. Phaed. 61 e; μέχρι τοῦ αὐχένος, Theaet. 171 d; Xen. An. 2, 2, 6 u. sonst; μέχρις οὗ, bis dahin, wo, 1, 7, 6. – b) von der Zeit; τέο μέχρις; bis wann? Il. 24, 128; μέχρι τῆς τύχης, so lange das Glück währt, Agatharch. bei Ath. VI, 251 f; vgl. Her. 1, 4; μ. τῆς ἐκείνου ζόης, d. i. so lange er lebt, 3, 10. 160. 5, 114; μέχρι τότε, Thuc. 8, 28; μ. τοῦ δικαίου, so weit das Recht gestattet, 3, 82; ἐν τῷ μέχρι ἡλίου δυσμῶν χρόνῳ, Plat. Phaed. 61 e; ἔστω ἀμετάστατος μέχρι ϑανάτου, Rep. II, 361 c; ἀπὸ τῶν ἐξ ἀρχῆς ἡρώων ἀρξάμενοι μέχρι τῶν νῦν ἀνϑρώπων, ib. 366 e; μέχρις ἔξω τοῦ στόματος ἐγένοντο, bis sie kamen, Xen. An. 7, 1, 1; οἱ μέχρι πεντήκοντα ἐτῶν, 6, 2, 25; μέχρι πρὸς τὸν παρόντα χρόνον, Strab. V, 228. – Häufige Verbindungen sind: μέχρις οὗ, bis daß, Plat. Menex. 245 a u. A., worauf Her. noch einen zweiten gen. folgen läßt, μέχρις οὖ ὀκτὼ πύργων, τροπέων τῶν ϑερινέων, 1, 181. 2, 19, bis es acht Thürme sind; – μέχρι τοσούτου, so weit, Plat. Legg. II, 670 e; μέχρι τοῠδε, bis hierher, oft; er vrbdt auch μέχρι ἕως, Conv. 220 d; μέχρι ἐνταῠϑα, bis hier, in so weit, Soph. 222 a u. öfter; μέχρι δεῦρο τοῦ λόγου, Conv. 217 e; μέχρι ὅποι, wie weit, Gorg. 487 c; auch μέχρι πρὸς Αἴγυπτον, Tim. 25 b; μέχρι νῦν, Dem. u. A. – C. ἄν u. conj., μέχρι δ' ἂν ἐγὼ ἥκω, αἱ σπονδαὶ μενόντων, bis ich gekommen sein werde, Xen. An. 2, 3, 24; in indirecter Rede, ὑπέσχετο ἀνδρὶ ἑκάστῳ δώσειν τὸν μισϑὸν ἐντελῆ μέχρις ἂν καταστήσῃ τοὺς Ἕλληνας εἰς Ἰωνίαν πάλιν, 1, 4, 13; der bloße conj. steht Her. 4, 119, μέχρι τοῦτο ἴδωμεν, μενέομεν, wie Thuc. 4, 16. 41, ἐβούλευσαν δεσμοῖς αὐτοὺς φυλάσσειν μέχρι οὗ τι ξυμβῶσιν; Soph. μέχρις μυχοὺς κάχωσι τοῦ κάτω ϑεοῦ, Ai. 568, wie Thuc. 1, 137; – μέχρι περ, so lange auch, c. indic., Plat. Critia. 120 d; c. ἄν u. conj., Plat. Soph. 259 a u. öfter. – Nach der gew. Ableitung mit μῆκος, μακρός zusammenhangend; übrigens ist in attischer Prosa, bes. bei Plat., μέχρι auch vor Vocalen die gewöhnliche Form, weshalb μέχρις sogar als unattisch verworfen wurde, Thom. Mag., vgl. Lob. zu Phryn. 14 u. ἄχρι.
-
2 μέχρι
A as far as, so used chiefly in Prose and before a Prep., μέχρι πρός .. Pl.Ti. 25b, Criti. 118a;μ. εἰς X.An.6.4.26
;ἐς γόνυ μ. χιτῶνα ζώννυσθαι Call.Dian.11
: before Advs. of Place or Time,μ. ἐνταῦθα Pl.Sph. 222a
, al.;μ. δεῦρο τοῦ λόγου Id.Smp. 217e
; μ. ὅποι .. Id.Grg. 487c; μ. ὅπου .. Call.Del. 169;οὕτω μέχρι πόρρω D.18.163
;μ. τότε Th.8.24
;μ. τὰ νῦν Pl.Lg. 686b
; μ. νῦν (v.l. τοῦ νῦν) D.S.17.110;μ. καὶ νῦν Str.16.2.13
; μέχρι πότε χηρεύομεν; Ach.Tat.4.1.II Prep. c. gen., even to, as far as,1 of Place,μέχρι θαλάσσης Il.13.143
;μ. τοῦ γούνατος Hdt.2.80
;μ. τῆς πόλεως Th.6.96
, cf. X.An.1.7.6, al.: rarely following its case,ὀμφαλοῦ μ. Pl.Lg. 925a
, cf.Supp.Epigr.3.400.5 (Delph., iii B.C.).2 of Time, τέο μέχρις; i.e. τίνος μέχρι χρόνου; how long? Il.24.128; μέχρις τεῦ; Callin.1.1: in Prose,μέχρι τούτου Hdt.1.4
; μέχρι οὗ, μέχρι ὅσου, Pl.Mx. 245a, Hdt.8.3, al.; μ. τοσούτου, ἕως ἂν .. Th.1.90;μ. τούτου,.. μέχρις ἂν ῥηθῶσιν Din.1.91
, cf. Pl.Phd. 81d: with the Art., τὸ μ. ἐμεῦ up to my time, Hdt.3.10, 5.115; μ. τῆς ἐκείνου ζόης till the end of his life, Id.3.160;μ. ἡμερέων ἑπτά Id.6.12
;μέχρι Πυθίων Th.5.1
;μέχρι ἡλίου δύντος IG12.188.4
.3 of Measure or Degree, μ. τοῦ δικαίου so far as consists with right, Th.3.82;μ. τοῦ δυνατοῦ Pl. R. 498e
; μ. ὑγιείας, μ. ἡδονῆς, ib. 559a, Grg. 500b;μ. θανάτου Ep.Phil.2.8
.4 with Numbers to express a round sum, up to, about, nearly,μ. δώδεκα X.Smp.2.8
, etc.: sts. without altering the case of the Subst.,τοὺς μ. τριάκοντα ἔτη γεγονότας Aeschin.2.133
; butπίνειν.. τοὺς μ. ἐτῶν τριάκοντα Apollod.Car.5.19
; μ. τινὸς πλήθους up to a certain number, Aen.Tact.15.3: hence, just short of,μ. κόρου μετρεῖσθαι J.BJ2.8.5
.5 in Hdt., μέχρι οὗ is sts. used like the simpleμέχρι, μέχρι οὗ ὀκτὼ πύργων 1.181
; ; μ. ὅτεν πληθώρης ἀγορῆς ib. 173.III as a Conj., until, c. ind.,μέχρι.. ὁρμὴ ἐνέπεσε Th.4.4
, cf. Pl.Smp. 220d;μ. σκότος ἐγένετο X.An.4.2.4
; μέχρι ἄν c. subj., ib.1.4.13, 2.3.24;μέχρις ἂν ἥλιος δύῃ IG12(5).647.17
([place name] Ceos);μέχρις κε μένῃ Call.Sos.5.4
: rarely withoutἄν, μ. τοῦτο ἴδωμεν Hdt.4.119
;μ. πλοῦς γένηται Th.1.137
;μ. οὗ τι δόξῃ Id.3.28
;μέχρι τέκῃ Call.Sos.5.5
;μέχρις οὗ εἴπῃ Herod.2.43
;μ. καταντήσωμεν Ep.Eph.4.13
;μέχρις ἵνα ψαύσειε Call.Dian.28
(s.v.l.): c. inf.,μ. σβεσθῆναι τὸ πῦρ App.Hisp.75
;μέχρις ἠῶ δῖαν ἱκέσθαι Q.S. 1.830
; alsoμέχρι ἂν ἕξιν λαβεῖν Ceb.35
.2 as long as, whilst, c. ind., Th.3.10,98, Plb.1.62.4; μ. ἄν c. subj.,μέχρις ἂν ζῶσιν πονεῖν Men.633
;μέχρις ἂν ἐνδημῶσιν οἱ πρέσβεις Aen.Tact.10.11
, cf. Epict. Ench.11; [dialect] Dor.μέχρι κα ζώη GDI1807.7
(ii B.C.), al.—The [suff] μετώπο-ι is elided in IG12.115.15, Supp.Epigr.l.c.—Cf. ἄχρι throughout and sub fin. -
3 μέχρι
μέχρι, bis, bis zu einem gewissen Ziele hin; (a) vom Orte; (b) von der Zeit; τέο μέχρις; bis wann?; μέχρι τῆς τύχης, so lange das Glück währt; μ. τῆς ἐκείνου ζόης, d. i. so lange er lebt; μ. τοῦ δικαίου, so weit das Recht gestattet; μέχρις οὗ, bis daß; μέχρι τοσούτου, so weit; μέχρι τοῠδε, bis hierher; μέχρι ἐνταῠϑα, bis hier, in so weit; μέχρι ὅποι, wie weit; μέχρι δ' ἂν ἐγὼ ἥκω, αἱ σπονδαὶ μενόντων, bis ich gekommen sein werde; μέχρι περ, so lange auch -
4 μέχρι
μέχρι even before vowels as in Attic Lk 16:16; Job 32:12. In three places in the NT (Mk 13:30 and Gal 4:19 μέχρις οὗ, Hb 12:4 μέχρις αἵματος) as well as Hv 4, 1, 9 (μέχρις ὅτε), Hs 9, 11, 1 (μέχρις ὀψέ) the form used before vowels is μέχρις (Vett. Val. 357, 19; IG XII, 5, 647; SIG 888, 150 [before a conson.]; 958, 16; 1109, 41; Threatte II 669–71; pap [Mayser p. 244]. On the LXX s. Thackeray p. 136.—B-D-F §21; Mlt-H. 113; 331) gener. ‘until’: in our lit. as prep. w. gen. (Hom. +) and conj. (Thu., Pla., et al.)① marker of extension up to a point in an area, as far as, w. gen. μ. τοῦ οὐρανοῦ GPt 10:40. μ. τῆς Ἀσίας Ac 20:4 D. ἀπὸ Ἰερουσαλὴμ…μ. τοῦ Ἰλλυρικοῦ Ro 15:19 (ἀπὸ…μ. as SIG 973, 6f). μ. τῶν ἔσω φλεβῶν MPol 2:2 (Jos., Bell. 6, 304 μ. ὀστέων).② marker of continuance in time up to a point, untilⓐ as prep. w. gen. μ. (τῆς) νῦν IMg 8:1; Papias (3:3) (Chion, Ep. 16, 4; Longus 4, 16, 2; Xenophon Eph. 1, 4, 1; Jos., Ant. 7, 386; 17, 114; Just., D. 82, 1 and 3 al.; cp. μ. τοῦ νῦν Χ., Cyr. 7, 3, 15; PTebt 50, 26 [112/11 B.C.]; BGU 256, 9; Just., D. 78, 8). μ. ὀψέ Hs 9, 11, 1. μέχρι τίνος; how long? (Just., A I, 32, 2; Alciphron 4, 17, 2; Achilles Tat. 2, 5, 1) v 3, 10, 9. μ. τῆς σήμερον until today (Jos., Ant. 9, 28) Mt 11:23; cp. 28:15; Hv 2, 2, 4. μ. μεσονυκτίου until midnight Ac 20:7. μ. Ἰωάννου until (the time of) John Lk 16:16. μ. τῆς ἐπιφανείας τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ 1 Ti 6:14 (Just., D. 120, 3 μ.…τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ). μ. καιροῦ διορθώσεως Hb 9:10. μ. τοῦ θερισμοῦ (for ἕως; another v.l. ἄχρι) until harvest time Mt 13:30 v.l. μ. τέλους Hb 3:6 v.l., 14 (cp. Ar. [Milne 76, 47f] μ. τελειώσεως χρόνων).—ἀπό…μ. (POxy 1647, 20 ἀπὸ ἀνατολῆς ἡλίου μέχρι δύσεως; EpArist 298): ἀπὸ τετάρτης ἡμέρας μ. ταύτης τῆς ὥρας from the fourth day to this hour Ac 10:30. ἀπὸ Ἀδὰμ μ. Μωϋσέως Ro 5:14 (cp. Just., D. 92, 2 ἀπὸ Ἀβραὰμ μ. Μωϋσέως).ⓑ as a conjunction until (B-D-F §383, 2; Rob. 975) μ. καταντήσωμεν Eph 4:13 (cp. Hdt. 4, 119, 4; SIG 976, 71 μέχρι ποιήσωσιν; PCairPreis 48, 7 μέχρι τὸ πλοιαρίδιον εὑρῶμεν; TestSol 9:8 P; SibOr 3, 570. On the omission of ἄν s. Mlt. 168f; Rydbeck, 144–53). μ. οὗ w. subjunctive (Herodas 2, 43; 8, 8 [Cunningham reads μέχρις εὖ in both]; POxy 293, 7 [27 A.D.] μέχρι οὗ ἀποστείλῃς Da 11:36 Theod.; EpArist 298) Mk 13:30 (μ. ὅτου v.l.); Gal 4:19. μ. ὅτε (ὅτου v.l.) Hv 4, 1, 9; GJs 10:2 (s. B-D-F §455, 3).③ marker of degree or measure, to the point of, w. gen. (Appian, Bell. Civ. 3, 69 §284 μ. τοῦ τέλους=to the end; Jos., Ant. 11, 81 μ. θρήνων; Ath. 12:3 μ. τοσούτου) κακοπαθεῖν μ. δεσμῶν suffer even to the point of being imprisoned 2 Ti 2:9. μ. αἵματος ἀντικαταστῆναι resist to the point of shedding one’s blood in being wounded or killed Hb 12:4 (μ. αἵμ. as Herodian 2, 6, 14). μ. θανάτου διωχθῆναι καὶ μ. δουλείας εἰσελθεῖν 1 Cl 4:9 (cp. 2 Macc 13:14; Jos., Bell. 2, 141). Of Christ ὑπήκοος μ. θανάτου obedient to the point of death Phil 2:8 (cp. PTor I, 1 VII, 28 [116 B.C.] μ. τελευτῆς βιοῦ). Of Epaphroditus διὰ τὸ ἔργον Χριστοῦ μ. θανάτου ἤγγισεν vs. 30 (μέχρι θανάτου to denote degree: Diod S 15, 27, 2; Cebes 26, 3; Appian, Bell. Civ. 2, 113 §471; 3, 77 §314; 3, 90 §372; 4, 135 §570 al.; Polyaenus 7, 30; 8, 49; Just., D. 11, 4 al.; schol. on Apollon. Rhod. 3, 427–31a; 2 Macc 13:14).—DELG. M-M. -
5 μέχρι
μέχριas far as: indeclform (adverb)μέχριas far as: indeclform (conj)μέχριas far as: indeclform (prep) -
6 μεχρι
I1) (вплоть) до(ἀπὸ τοῦ Πόντου μ. Σαρδοῦς Arph.; μ. τοῦ γόνατος, реже ἐς γόνυ μ. Plat.; μ. αἵματος ἀνταγωνίζεσθαι NT.)
τέο μ. (= μ. τίνος χρόνου) ; Hom. — до каких пор?, доколе?;τὸ μ. ἐμεῦ Her. — до меня, т.е. до моего прибытия;иногда μ. οὗ:μ. οὗ τροπέων τῶν θερινέων Her. — до летнего солнцестояния;μ. ὅτευ πληθώρης ἀγορῆς Her. — пока площадь не наполнялась народом2) до конца(μ. τῆς ἐκείνου ζόης Her.)
μ. ἡμερέων ἑπτά Her. — в течение (досл. до истечения) семи дней3) до пределов, в пределах, в меруμ. τοῦ δυνατοῦ Plat. — в пределах возможного;
μ. ὑγιείας Plat. — насколько позволяет здоровье, т.е. без ущерба для здоровья4) (часто cum nom.) приблизительно, около(μ. τριάκοντα ἔτη Aeschin.)
μ. ἐνταῦθα и μ. δεῦρο Plat. — до сих пор;
μ. (τὰ) νῦν Plat., Diod.; — доныне;μ. ποῖ ; Xen. — доколе?;μ. οὗ πρῴην Her. — до недавнего времени;μ. πόρρω τῆς ἡμέρας Xen. — до позднего утра;μ. εἰς τὸ στρατόπεδον Xen. — до самого лагеря;μ. ἐπὴ θάλατταν Xen. — до самого моряIIconj. (с ind. или conjct.) пока (не)(μ. μὲν ὥρεον ἡμέας ὅπλα ἔχοντας Her.)
μ. ἕως ἐγένετο Plat. — пока не занялась заря;μ. δυνατὸν ἦν Xen. — пока было возможно;μ. δ΄ ἂν ἐγὼ ἥκω Xen. — пока я не приду;μ. οὗ τοῖς Ἀθηναίοις τι δόξῃ Thuc. — пока у афинян не будет принято какое-л. решение -
7 μέχρι(ς)
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > μέχρι(ς)
-
8 μέχρι
Grammatical information: adv. a. prep.Origin: IE [Indo-European] [702] *me-ǵh(s)-ri `until'Etymology: Identical with Arm. merj `near, by' (from where merjenam `approach' from * merji-anam); IE *méǵhri. Further combinations ( μετά, μέσφα?; s. v.) are hypothetical. After Adontz Mél. Boisacq 1, 10 f. from μέ-χρ-ι to χείρ `hand' (cf. ἐγγύς); basis then *méǵhsr-i. Diff., certainly not better, Hahn Lang. 18, 83ff. (to IE * sem- in εἷς etc.; cf. on μετά). Older lit. in Bq. -- Cf. ἄχρι.Page in Frisk: 2,222Greek-English etymological dictionary (Ελληνικά-Αγγλικά ετυμολογική λεξικό) > μέχρι
-
9 μέχρι(ς)
επίρρ. (με γεν. και αιτιατ.)1) до, вплоть до;μέχρι(ς) του ποταμού — до реки;
μέχρι(ς) τό φθινόπωρο — до осени;
μέχρι(ς) σήμερα — до сегодняшнего дня;
μέχρι(ς) τό Σάββατο — до субботы;
μέχρι(ς) θανάτου — до смерти;
μέχρι(ς) εδώ — до сих пор, до этого места;
μέχρι(ς) εκεί — до того места;
μέχρι(ς) τούδε — до сих пор, до этого момента;
μέχρι(ς) ου — или μέχρι(ς) ότου — до тех пор, пока;
μέχρι(ς) πότε; — до каких пор?;
μέχρι(ς) στιγμής — пока, до сих пор;
από κεφαλής μέχρι(ς) ονύχων — с головы до ног;
μέχρι(ς) ενός — до последнего;
2) около; почти, до;μέχρι(ς) τρία χιλιόμετρα — а) около трёх километров; — б) не больше трёх километров;
§ μέχρις αποδείξεως τού εναντίου мг., юр. до тех пор, пока не будет доказано противоположное -
10 μέχρι(ς)
επίρρ. (με γεν. και αιτιατ.)1) до, вплоть до;μέχρι(ς) του ποταμού — до реки;
μέχρι(ς) τό φθινόπωρο — до осени;
μέχρι(ς) σήμερα — до сегодняшнего дня;
μέχρι(ς) τό Σάββατο — до субботы;
μέχρι(ς) θανάτου — до смерти;
μέχρι(ς) εδώ — до сих пор, до этого места;
μέχρι(ς) εκεί — до того места;
μέχρι(ς) τούδε — до сих пор, до этого момента;
μέχρι(ς) ου — или μέχρι(ς) ότου — до тех пор, пока;
μέχρι(ς) πότε; — до каких пор?;
μέχρι(ς) στιγμής — пока, до сих пор;
από κεφαλής μέχρι(ς) ονύχων — с головы до ног;
μέχρι(ς) ενός — до последнего;
2) около; почти, до;μέχρι(ς) τρία χιλιόμετρα — а) около трёх километров; — б) не больше трёх километров;
§ μέχρις αποδείξεως τού εναντίου мг., юр. до тех пор, пока не будет доказано противоположное -
11 μέχρι
{предл., 17}до, вплоть до, до тех пор как, пока, доколе; в вопр. до каких пор?.Ссылки: Мф. 11:23; 13:30; 28:15; Мк. 13:30; Деян. 10:30; 20:7; Рим. 5:14; 15:19; Еф. 4:13; Флп. 2:8, 30; 1Тим. 6:14; 2Тим. 2:9; Евр. 3:6, 14; 9:10; 12:4.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > μέχρι
-
12 μέχρι
{предл., 17}до, вплоть до, до тех пор как, пока, доколе; в вопр. до каких пор?.Ссылки: Мф. 11:23; 13:30; 28:15; Мк. 13:30; Деян. 10:30; 20:7; Рим. 5:14; 15:19; Еф. 4:13; Флп. 2:8, 30; 1Тим. 6:14; 2Тим. 2:9; Евр. 3:6, 14; 9:10; 12:4.*Греческо-русский лексикон Нового Завета с номерами Стронга и греческой Симфонией > μέχρι
-
13 μέχρι
-
14 μέχρι
до, вплоть до, до тех пор как, пока, доколе; в вопр. до каких пор?.Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > μέχρι
-
15 μέχρι
допокаΕλληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета) > μέχρι
-
16 μέχρι
(с род. п.) до чего -
17 μέχρι
[мэхри] σύνδ до, вплоть до. -
18 μέχρι
1) till2) untilΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > μέχρι
-
19 μέχρι στιγμής
fins al moment -
20 μέχρι τούδε
fins ara
См. также в других словарях:
μέχρι — as far as indeclform (adverb) μέχρι as far as indeclform (conj) μέχρι as far as indeclform (prep) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μέχρι — και μέχρις (μπροστά από φωνήεν), έως, ίσαμε, περίπου, σχεδόν: Σε περιμέναμε μέχρι το πρωί. – Θα σου τα λέω μέχρις ότου να συμμορφωθείς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μέχρι — και πριν από φωνήεν μέχρις (ΑΜ μέχρι και μέχρις) (χρησιμοποιείται ως πρόθ. καταχρηστ., ως επίρρ. τοπ. ή χρον. και ως χρον. σύνδ.) 1. έως, ίσαμε (α. «θα πάω μέχρι το Φάληρο» β. «θα έχω έλθει μέχρι τις επτά» γ. «μέχρι τῆς πόλεως», Θουκ. δ. «ὥστ… … Dictionary of Greek
μέχρις — μέχρι as far as indeclform (adverb) μέχρι as far as indeclform (conj) μέχρι as far as indeclform (prep) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μέχριπερ — μέχρι as far as indeclform (conj) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Ισπανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Ισπανίας Έκταση: 504.782 τ. χλμ. Πληθυσμός: 40.037.995 (2001) Πρωτεύουσα: Μαδρίτη (2.882.860 κάτ. το 2000)Κράτος της νοτιοδυτικής Ευρώπης, στην Ιβηρική χερσόνησο. Συνορεύει στα ΒΑ με τη Γαλλία και την Ανδόρα, στα Δ… … Dictionary of Greek
Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… … Dictionary of Greek